νυχτοβάτης

νυχτοβάτης
ο
ζωολ. κοινή ονομασία τριών ειδών αιγοθηλόμορφων πτηνών.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • υπνοβάτης — ο θηλ. ισσα αυτός που παθαίνει υπνοβασία (βλ. λ.), ο νυχτοβάτης …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”